noter - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

noter - translation to Αγγλικά

JEWISH POLICE FORCE SET UP BY THE BRITISH IN MANDATORY PALESTINE
Noter; HaNotrim
  • Notrim - ''"ghafirs"'' (Jewish Supernumerary Police) 1937
  • Notrim in [[Bat Shlomo]], 1939 ([[National Library of Israel]])
  • Saris]] police station, 1939. Courtesy of the [[National Library of Israel]].

noter      
take notes, write down, take down, mark down, note; mark, grade; record, minute
notation         
n. notation, marking
connotation      
n. connotation, inferred meaning

Ορισμός

Noter
·noun One who takes notice.
II. Noter ·noun An Annotator.

Βικιπαίδεια

Notrim

The Notrim (Hebrew: נוטרים, lit. 'Guards'; singular: Noter) were Jewish auxiliaries, mainly police, set up in 1936 by the British in Mandatory Palestine during the 1936–39 Arab revolt. The British authorities maintained, financed and armed the Notrim until the end of the Mandate in 1948, even though they knew that while the force was nominally answerable to the Palestine Police Force, it was in fact controlled by the Haganah.

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για noter
1. A noter: l‘excellent site internet: http://www.cheminsdememoire...
2. A noter que ces résultats se basent sur l‘exercice 2005.
3. Par ailleurs, une observation de taille est ŕ noter.
4. A noter la présence de deux nouveaux clubs, nouvellement engagés.
5. A noter la présence du président de lAPC de Zéralda.